Ανασκίρτησαν τα όνειρα

Άνοιξε τα φτερά της η ψυχή
και με ανάσα καυτή
πέταξε στο φεγγάρι.
Ντύθηκε με το αχνόφεγγο πέπλο του
και καβάλα στο πορφυρό άτι
πήρε από το χέρι την Πούλια
σε ταξίδι μακρινό,
για τα χαμένα όνειρα.
Τα κλάματά τους τ’ άκουγε
κι είχαν κρούσταλα τα δάκρυα
στον πυθμένα του Ωκεανού.
Καυτά πέσανε τα δικά της.
Ανασκίρτησαν τα όνειρα
χωμένα στην αγκαλιά της
για νέο ξεκίνημα
στη θαλπωρή του ήλιου,
στην ανάσα των λουλουδιών.
Τα όνειρα ζούσαν το όνειρό τους
κι η ψυχή χειροκροτούσε
κρατώντας με τις φτερούγες της
μακριά, πολύ μακριά
τον παγωμένο Ωκεανό,
σαν οδυνηρή ανάμνηση
στο ταξίδι των ονείρων.
Με τις κεραίες ανοιχτές
Ιχνηλατούν στο γελαστό ουρανό
και με δάχτυλα απλωτά
σε ουράνιες χορδές
μελωδικούς ρυθμούς αφήνουν,
νανούρισμα ελπίδας.
Βόλος,16-4-2013